Χαλάσματα Από "Ασάλευτη Ζωή" (Ποίηση) - 1904
Γύρισα στα ξανθά παιδιάτικα λημέρια,
γύρισα στο λευκό της νιότης μονοπάτι,
γύρισα για να ιδώ το θαυμαστό παλάτι,
για με χτισμένο απ' των Ερώτων τ' άγια χέρια.
Το μονοπάτι το'πνιξαν οι αρκουδοβάτοι, *(
1)
και τα λημέρια τα 'καψαν τα μεσημέρια,
κι ένας σεισμός το 'ριξε κάτου το παλάτι,
και μες στα ερείπια τώρα και τ' αποκαίδια
απομένω παράλυτος —σαύρες και φίδια
μαζί μου αδερφοζούν οι λύπες και τα μίση
και το παλάτι ένας σεισμός το 'χει γκρεμίσει.